Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
feuilleton feuilletons

feuilleton (fr) αρσενικό

  1. το σήριαλ, η σειρά, το σίριαλ
  2. η επιφυλλίδα

Παράγωγα

επεξεργασία