Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τραμπαλίζομαι < τραμπάλ(α) + -ίζομαι

  Ρήμα επεξεργασία

τραμπαλίζομαι

  1. κάνω τραμπάλα
    Τραμπα-τραμπαλίζομαι, πέφτω και τσακίζομαι (παιδικό τραγουδάκι)
  2. (κατ’ επέκταση) κουνιέμαι απ’ τη μια και την άλλη πλευρά, πέρα - δώθε

  Μεταφράσεις επεξεργασία