συνεδρίασις
Ετυμολογία
επεξεργασία- συνεδρίασις < συνεδριάζω (< (ελληνιστική κοινή) συνεδριάζω < αρχαία ελληνική συνεδρία) + -σις
Ουσιαστικό
επεξεργασίασυνεδρίασις θηλυκό
- συνεδρίαση, σύσκεψη, συμβούλιο
- ※ 12ος αιώνας [γλώσσα: λόγια μεσαιωνική] ⌘ Ιωάννης Τζέτζης, Επιστολαί, επιμ. Theodor Pressler, σελ.39, 1851.
- […] ἕτεροι δὲ ὅτι ἡ τȣ̂ χαρτοφύλακος τȢ́τοις ἐγένετο συνεδρίασις
- μεταγραφή: έτεροι δε ότι η του χαρτοφύλακος τούτοις εγένετο συνεδρίασις
- […] ἕτεροι δὲ ὅτι ἡ τȣ̂ χαρτοφύλακος τȢ́τοις ἐγένετο συνεδρίασις
- άλλες μορφές: συνεδριασμός, συνέδρευσις, συνέδρευμα
- → δείτε και τη λέξη συνδιάσκεψις
- ※ 12ος αιώνας [γλώσσα: λόγια μεσαιωνική] ⌘ Ιωάννης Τζέτζης, Επιστολαί, επιμ. Theodor Pressler, σελ.39, 1851.
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις συνεδριάζω, συνεδράζω, σύν και ἕδρα
Πηγές
επεξεργασία- συνεδρίασις - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .