σουμέν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σουμέν < απροσάρμοστο (άμεσο δάνειο) γαλλική sous-main < sous & main (κυριολεκτικά «κάτω από το χέρι»)
Ουσιαστικό
επεξεργασίασουμέν ουδέτερο άκλιτο
- (γραφική ύλη) υπόθεμα γραφής, από πλαστικό, δέρμα ή άλλο υλικό, που τοποθετείται κάτω από ένα φύλλο γραφής για να προστατέψει την επιφάνεια του επίπλου
- ⮡ Ένα είδος «σουμέν» χρησιμοποιείται στα σχολεία ως βοήθημα μνήμης, π.χ. για τα μαθηματικά, τις κλίσεις, και άλλες σημειώσεις.
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- σουμέν - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)