sous-main
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
sous-main | sous-mains |
Ετυμολογία
επεξεργασία- sous-main → δείτε τις λέξεις sous και main, κυριολεκτικά: «κάτω απ' το χέρι»
- Ως αξεσουάρ γραφείου, από τον 19ο αιώνα < μέση γαλλική ως ουσιαστικό soubmain το 1651 με μεταφορική σημασία < ήδη το 1548 ως soubz main
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ↷ νέα ελληνικά: σουμέν
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsous-main (fr) αρσενικό (πληθυντικός: sous-main & sous-mains)
- (γραφική ύλη) το σουμέν
Δείτε επίσης
επεξεργασία- sous-main στη γαλλική Βικιπαίδεια
Πηγές
επεξεργασία- sous-main - Dictionnaire de français (Λεξικό της γαλλικής γλώσσας) - Larousse online
- sous-main - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé