πρίκουελ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πρίκουελ < αγγλική prequel < pre- + sequel < μέση γαλλική séquelle < λατινική sequela < sequor < πρωτοϊταλική *sekʷōr < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *sekʷ- (ακολουθώ)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈpri.ku.el/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πρί‐κου‐ελ
Ουσιαστικό επεξεργασία
πρίκουελ ουδέτερο άκλιτο
- (κινηματογράφος, θέατρο, λογοτεχνία) κινηματογραφικό, θεατρικό, λογοτεχνικό, τηλεοπτικό, μουσικό ή άλλο έργο του οποίου η ιστορία προηγείται αυτής ενός προηγούμενου έργου, εστιάζοντας σε γεγονότα που συμβαίνουν πριν από την αρχική αφήγηση
Αντώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Prequel στην αγγλική Βικιπαίδεια