• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

πληθύνω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα

  Ετυμολογία Επεξεργασία

πληθύνω < → λείπει η ετυμολογία

  ΡήμαΕπεξεργασία

πληθύνω

  • → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    πληθύνω
  • αγγλικά : increase (en)
  • γαλλικά : augmenter (fr), multiplier (fr), proliférer (fr)
  • ιταλικά : incrementare (it)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πληθύνω&oldid=5506014"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 19:33

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 19:33.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie