περιγελώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- περιγελώ < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή περιγελῶ[1] < περί + αρχαία ελληνική γελάω / γελῶ
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pe.ɾi.ɣeˈlo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐ρι‐γε‐λώ
Ρήμα
επεξεργασίαπεριγελώ
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ↑ περιγελώ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας