Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
περάω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
περάω
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*
per
- (
διαπερνώ
,
διασχίζω
)
Ρήμα
επεξεργασία
περάω
διαπερνώ
περνώ
απέναντι
περνώ
Συγγενικά
επεξεργασία
έμπορος
μεταπράτης
πεῖρα
πέραμα
πέρνημι
πιπράσκω
πόρος
νέα ελληνική
:
περνώ
,
πέρασμα