Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πακετάρω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ρήμα
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πακετάρω
<
πακέτ(ο)
+
-άρω
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
pa.ceˈta.ɾo
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
πα
‐
κε
‐
τά
‐
ρω
Ρήμα
επεξεργασία
πακετάρω
τοποθετώ
αντικείμενα σε ένα κουτί ή τα τυλίγω με χαρτί, ώστε να πάρουν τη μορφή
πακέτου
πριν τη μεταφορά τους
≈
συνώνυμα
:
αμπαλάρω
,
συσκευάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δείτε και
αμπαλάρω
αγγλικά
:
pack
(en)
γαλλικά
:
empaqueter
(fr)
,
emballer
(fr)
ρουμανικά
:
ambala
(ro)