ντε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- ντε < (άμεσο δάνειο) τουρκική de (επίσης) [1]
Μόριο
επεξεργασίαντε
- (προφορικό) πήγαινε! ξεκίνα! (επιφωνηματικά, για έμφαση)
- -Πήγαινε ντε, τι περιμένεις; (προτροπή, ανυπομονησία)
- -Καλά ντε, μη φωνάζεις. (ενόχληση)
- -Γιατί αγόρασες μελιτζάνες; -Για να φτιάξω μουσακά, ντε! (επεξήγηση)
- (προφορικό) πήγαινε! ξεκίνα! (παρακίνηση σε ζώα)
- ντε, γαϊδαράκο μου, ντε!
Εκφράσεις
επεξεργασία- άντε ντε (προτρεπτικό με έμφαση)
- έλα ντε! (φανερώνει έκπληξη)
- ντε και καλά: με το ζόρι, με το στανιό
- ντε και σώνει: με το ζόρι, με το στανιό, σώνει και καλά
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία- ντε: μεταγραφή μη ελληνικών λέξεων στο ελληνικό αλφάβητο
Μόριο
επεξεργασίαντε
- μεταγραφή της λατινικής πρόθεσης dē (από) με ελληνικά γράμματα
- μεταγραφή της γαλλικής πρόθεσης de με ελληνικά γράμματα
- ως πρόθεση, σε στερεότυπους όρους: π.χ. φον ντε τεν (fond de teint)
- μεταγραφή της ονομασίας του γράμματος d στα γαλλικά
- α μπε σε ντε (a b c d)
- ως μόριο, σε ονόματα, δείχνει την καταγωγή (οικογένεια, ή τόπο): π.χ. Σαρλ ντε Γκωλ (Charles de Gaulle)
- μεταγραφή του γαλλικού αριθμητικού deux (δύο) με ελληνικά γράμματα
- σε στερεότυπους όρους: π.χ. ντε πιες (deux-pièces)
Σημειώσεις
επεξεργασίαΣυνήθως γράφονται με το λατινικό αλφάβητο, ιδίως οι λατινικές εκφράσεις.
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ ντε - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας