• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

νουθετώ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Συνώνυμα
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
νουθετώ < αρχαία ελληνική νουθετέω / νουθετῶ < νόος / νοῦς + τίθημι

Ρήμα

επεξεργασία

νουθετώ

  • συμβουλεύω, προτείνω τα δέοντα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • νουθεσία
  • νουθέτηση
  • νουθετούμαι

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • συμβουλεύω
  • συνετίζω
  • καθοδηγώ

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    νουθετώ
  • αγγλικά : admonish (en)
  • ιταλικά : ammonire (it)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=νουθετώ&oldid=5620487"
Τελευταία επεξεργασία στις 1 Νοεμβρίου 2022, στις 14:55

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 1 Νοεμβρίου 2022, στις 14:55.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας