Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μήνας του μέλιτος < μήνας + μέλι ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική honeymoon)

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

μήνας του μέλιτος αρσενικό

  1. ο πρώτος μήνας έγγαμου βίου ενός ζευγαριού
  2. (κατ’ επέκταση) η μικρή χρονική περίοδος που ακολουθεί το γάμο
  3. (κατ’ επέκταση) το ταξίδι του μέλιτος

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία