Ετυμολογία

επεξεργασία
κυκλοφορούν ενεργητικό <  δείτε τις λέξεις κυκλοφορών, κυκλοφορούν και ενεργητικό, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική current asset

Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

κυκλοφορούν ενεργητικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία