• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κεραυνοβολώ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
κεραυνοβολώ < αρχαία ελληνική κεραυνοβολέω / κεραυνοβολῶ ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική foudroyer)

Ρήμα

επεξεργασία

κεραυνοβολώ (παθητική φωνή: κεραυνοβολούμαι)

  1. (για κεραυνό) χτυπώ και (κατ’ επέκταση) σκοτώνω
  2. (μεταφορικά) εκπλήσσω δυσάρεστα
  3. (μεταφορικά) δρω ακαριαία και αποτελεσματικά

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • κατακεραυνώνω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    κεραυνοβολώ
  • γαλλικά : foudroyer (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κεραυνοβολώ&oldid=6535977"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Δεκεμβρίου 2023, στις 20:53

Γλώσσες

    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Δεκεμβρίου 2023, στις 20:53.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας