καμπαρέ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- καμπαρέ < (άμεσο δάνειο) γαλλική cabaret < παλαιά γαλλικά camberete, υποκοριστικό του cambre < λατινική camera < αρχαία ελληνική καμάρα (αντιδάνειο)
Ουσιαστικό
επεξεργασίακαμπαρέ ουδέτερο άκλιτο
- κέντρο νυχτερινής διασκέδασης με μουσική, χορό και καλλιτέχνιδες ή καλλιτέχνες που συντροφεύουν τους πελάτες