καλοπαντρεύομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίακαλοπαντρεύομαι
- παθητική φωνή του ρήματος καλοπαντρεύω: κάνω έναν πετυχημένο γάμο (λέγεται συνήθως για γυναίκα}
Αντώνυμα
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη καλοπαντρεύω
καλοπαντρεύομαι