Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

θαλασσί < θάλασσ(α) + [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /θa.laˈsi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: θα‐λασ‐σί

  Ουσιαστικό επεξεργασία

θαλασσί ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

θαλασσί άκλιτο

Συγγενικά επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

θαλασσί

  Αναφορές επεξεργασία