ευυπόληπτα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ευυπόληπτα < ευυπόληπτος + -α
Επίρρημα
επεξεργασίαευυπόληπτα
Αντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαευυπόληπτα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ευυπόληπτος