εταιρεία περιορισμένης ευθύνης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εταιρεία περιορισμένης ευθύνης < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική limited liability company
→ δείτε τις λέξεις εταιρεία, περιορισμένος και ευθύνη

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

εταιρεία περιορισμένης ευθύνης θηλυκό

  1. εμπορική εταιρεία της οποίας η ιδιοκτησία είναι χωρισμένη σε μερίδια (αλλά όχι και σε μετοχές) και οι αρχές λειτουργίας της καθορίζονται με το καταστατικό της. Οι μέτοχοι της εταιρείας έχουν περιορισμένη ευθύνη, δηλαδή δεν είναι προσωπικά υπεύθυνοι για τα χρέη της εταιρείας παρά μόνο μέχρι του ποσού της συμμετοχής τους στην εταιρεία.
    συντομογραφία: ΕΠΕ

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία