Ετυμολογία

επεξεργασία

εμπιστευτικά < εμπιστευτικός +

  Επίρρημα

επεξεργασία

εμπιστευτικά

  • με την προϋπόθεση ότι κάτι θα μείνει μυστικό
    του μίλησε εμπιστευτικά για την αρρώστια του

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία
→ δείτε τη λέξη  εμπιστεύομαι

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

εμπιστευτικά