Ετυμολογία

επεξεργασία

διαλογίζομαι (αποθετικό ρήμα)

  1. σκέπτομαι, στοχάζομαι
  2. συλλογίζομαι

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία