γλαυκό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γλαυκό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου γλαυκός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγλαυκό ουδέτερο
Μεταφράσεις
επεξεργασία γλαυκό
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαγλαυκό