• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

γέμω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Πηγές
  • 2 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 2.1 Ετυμολογία
    • 2.2 Ρήμα
      • 2.2.1 Συνώνυμα
      • 2.2.2 Συγγενικά

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
γέμω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική γέμω

→ ζητούμενο λήμμα

Πηγές

επεξεργασία
  • γέμω -  Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα]. 

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
γέμω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *gem- (ομόρριζο των γαστήρ, γάστρα, γόμος και γέμος)

Ρήμα

επεξεργασία

γέμω

  • είμαι γεμάτος

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • βρίθω

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη γεμίζω
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γέμω&oldid=5531120"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 16:58

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 16:58.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας