απόκοσμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίααπόκοσμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία απόκοσμα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίααπόκοσμα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του απόκοσμος