Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ανεμοσουρίζει < ανεμο- + σουρίζω στο 3ο πρόσωπο ενικού υποθετικού τύπου *ανεμοσουρίζω → δείτε και τη λέξη σφυρίζω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ne.mo.suˈɾi.zi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐νε‐μο‐σου‐ρί‐ζει

  Ρήμα επεξεργασία

ανεμοσουρίζει (απρόσωπο ρήμα)

Άλλες μορφές επεξεργασία

ιδιωματικές προφορές, μορφές:

Ρηματικοί τύποι επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις άνεμος και σουρίζω

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία