• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ανεγείρω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
ανεγείρω < (ελληνιστική κοινή) ἀνεγείρω

Ρήμα

επεξεργασία

ανεγείρω

  • (λόγιο) χτίζω, οικοδομώ (κτήριο)

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ανέγερση
  • → δείτε τις λέξεις ανά και εγείρω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ανεγείρω
  • αγγλικά : erect (en), construct (en), build (en)
  • γαλλικά : construire (fr), ériger (fr), édifier (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ανεγείρω&oldid=5658704"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Φεβρουαρίου 2023, στις 20:41

Γλώσσες

    • English
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Φεβρουαρίου 2023, στις 20:41.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας