αμφίπλευρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αμφίπλευρα < αμφίπλευρος + -α
Επίρρημα
επεξεργασία
αμφίπλευρα
- και από τις δύο πλευρές
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αμφίπλευρα
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
αμφίπλευρα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αμφίπλευρος