Ετυμολογία

επεξεργασία

αισθητά < αισθητός

  Επίρρημα

επεξεργασία

αισθητά

  • τόσο πολύ ώστε να το παρατηρεί κανείς
    έχεις παχύνει αισθητά τώρα τελευταία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

αισθητά