Δείτε επίσης: ἄπαγε

  Ετυμολογία

επεξεργασία
άπαγε < αρχαία ελληνική ἄπαγε, βενικό προστακτικής ενεστώτα του ρήματος ἀπάγω

  Επίρρημα

επεξεργασία

άπαγε

Εκφράσεις

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία