Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Χαράδρη
      γενική τῆς Χαράδρης
      δοτική τῇ Χαράδρ
    αιτιατική τὴν Χαράδρην
     κλητική ! Χαράδρη
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Χαράδρη < Χαράδρα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χαράδρη θηλυκό, μόνο στον ενικό

  Πηγές επεξεργασία