ΠΕΝΕΝ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ΠΕΝΕΝ < Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού
Προφορά
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαΠ.Ε.Ν.Ε.Ν. θηλυκό αρκτικόλεξο
- (ναυτικός όρος) ο συνδικαλιστικός φορέας Ελλήνων ναυτεργατών με ειδικότητες που υπάγονται στα κατωτέρα πληρώματα καταστρώματος (ναύτες, ναύκληροι, ναυτόπαιδες, ξυλουργοί, αντλιωροί προερχόμενοι από το κατάστρωμα).