Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΠΕΝΕΝ < Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /peˈnen/

  Συντομομορφή επεξεργασία

Π.Ε.Ν.Ε.Ν. θηλυκό αρκτικόλεξο