Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

ΟΠΑΠ < Οργανισµός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /oˈpap/

  Συντομομορφή επεξεργασία

Ο.Π.Α.Π. αρσενικό άκλιτο ακρωνύμιο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία


  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

ΟΠΑΠ < Ονομασία Προέλευσης Ανώτερης Ποιότητας

  Συντομομορφή επεξεργασία

Ο.Π.Α.Π θηλυκό ακρωνύμιο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία