Νοβοσιμπίρσκ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Νοβοσιμπίρσκ < ρωσική Новосибирск (Novosibírsk) (< ново-, новый (novyj, νέος) + Сибирь (Σιβηρία) + παραγωγική κατάληξη τοπωνυμίων -ск), κυριολεκτικά: η «(πόλη) “Νέα Σιβηρία”» ή «(πόλη) “Νέα Σιβηρική”»
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝοβοσιμπίρσκ ουδέτερο, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Νοβοσιμπίρσκ
|