Κοντοβάζαινα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κοντοβάζαινα | ||
γενική | της | Κοντοβάζαινας | ||
αιτιατική | την | Κοντοβάζαινα | ||
κλητική | Κοντοβάζαινα | |||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κοντοβάζαινα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κοντοβάζαινα θηλυκό, μόνο στον ενικό
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Κοντοβάζαινα
|