• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

Ιώ

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Κύριο όνομα
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

Ιώ < αρχαία ελληνική Ἰώ

  Κύριο όνομαΕπεξεργασία

Ιώ θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. (μυθολογία) μυθολογικό πρόσωπο, ερωμένη του Δία
  3. (αστρονομία) δορυφόρος του πλανήτη του Δία

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • Ιώ στη Βικιπαίδεια  

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    Ιώ
  • αγγλικά : Io (en)
  • αλσατικά : Io
  • βουλγαρικά : Йо (bg)
  • βρετονικά : Io (br)
  • γαλλικά : Io (fr)
  • γερμανικά : Io (de)
  • ιταλικά : Io (it)
  • γεωργιανά : იო (ka)
  • ουαλικά : Io (cy)
  • πολωνικά : Io (pl)
  • τσεχικά : Io (cs)
  • ρωσικά : Ио (ru)
  • ταϊλανδικά : ไอโอ (th)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Ιώ&oldid=4675370"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Ιουλίου 2020, στις 07:49

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Ιουλίου 2020, στις 07:49.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie