Αιρατώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αιρατώ | ||
γενική | της | Αιρατώς | ||
αιτιατική | την | Αιρατώ | ||
κλητική | Αιρατώ | |||
Κατηγορία όπως «Ρηνιώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αιρατώ < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑιρατώ θηλυκό