Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
ο σιδηροδρομικός σταθμός του Άαλμποργκ
 
το γήπεδο της Άαλμποργκ

  Ετυμολογία επεξεργασία

Άαλμποργκ < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από τη δανική Aalborg

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈa.al.boɾɡ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ά‐αλ‐μποργκ

  Μεταγραφή επεξεργασία

Άαλμποργκ ουδέτερο άκλιτο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία