évident
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | évident | évidents |
θηλυκό | évidente | évidentes |
évident (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | évident | évidents |
θηλυκό | évidente | évidentes |
évident (fr)