y
Διεθνείς όροιΕπεξεργασία
ΣύμβολοΕπεξεργασία
- συντομογραφία του προθήματος μονάδας yocto-.
Αζεριανά (az) Επεξεργασία
ΧαρακτήραςΕπεξεργασία
y (az)
y
- γράμμα του αζεριανού αλφάβητου
Αζεριανό αλφάβητο | ||||
---|---|---|---|---|
Αραβικό | Λατινικό | Κυριλικό | Λατινικό | IPA |
—1918 | 1918—-1939 | 1958—-1991 | 1991— | |
ﻭ | Y y | Ү ү | Ü ü |
Αρχαία αιγυπτιακά (egy)Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
y
Επεξεργασία
|
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
ΧαρακτήραςΕπεξεργασία
y
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
y (fr) αρσενικό
- το y
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
y (fr)
- εκφράζει τον τόπο όπου συμβαίνει κάτι ή όπου κατευθυνόμαστε
- (σπάνιο) εκφράζει κάποιον για τον οποίο γίνεται λόγος
ΑντωνυμίαΕπεξεργασία
y (fr)
Ισπανικά (es) Επεξεργασία
ΣύνδεσμοςΕπεξεργασία
y (es)