sunenergio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sunenergio | sunenergioj |
αιτιατική | sunenergion | sunenergiojn |
sunenergio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sunenergio | sunenergioj |
αιτιατική | sunenergion | sunenergiojn |
sunenergio (eo)