ενικός         πληθυντικός  
storyline storylines

  Ετυμολογία

επεξεργασία
storyline < story + line

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

storyline (en)

  • η υπόθεση, η ιστορία, η πλοκή
    ⮡  The storyline is simple/original/complex.
    H υπόθεση είναι απλή/πρωτότυπη/πολύπλοκη.
    ⮡  interesting/complex storyline - ενδιαφέρουσα/σύνθετη πλοκή
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη plot