steeply
Αγγλικά (en) επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | steeply |
συγκριτικός | more steeply |
υπερθετικός | most steeply |
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
steeply (en)
παραθετικά | |
θετικός | steeply |
συγκριτικός | more steeply |
υπερθετικός | most steeply |
steeply (en)