staff
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
staff | staffs |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαstaff (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο, συνήθως στον ενικό) το προσωπικό
- το επιτελείο
- Chief of General Staff: Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου (Στρατού)
- το ραβδί, η ράβδος, το μπαστούνι
- (μουσική) το πεντάγραμμο