Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
staff staffs

  Ουσιαστικό επεξεργασία

staff (en)

  1. (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο, συνήθως στον ενικό) το προσωπικό
    The staff at the luxury hotel is very helpful.
    Το προσωπικό στο πολυτελές ξενοδοχείο είναι πολύ εξυπηρετικό.
     συνώνυμα: personnel
  2. το επιτελείο
    Chief of General Staff: Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου (Στρατού)
  3. το ραβδί, η ράβδος, το μπαστούνι
  4. (μουσική) το πεντάγραμμο

  Πηγές επεξεργασία