souffleur
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- souffleur < souffler
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | souffleur | souffleurs |
θηλυκό | souffleuse | souffleuses |
souffleur (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | souffleur | souffleurs |
θηλυκό | souffleuse | souffleuses |
souffleur (fr)
- ο υαλοφυσητής
- ο υποβολέας στο θέατρο