Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας slip up
γ΄ ενικό ενεστώτα slips up
αόριστος slipped up
παθητική μετοχή slipped up
ενεργητική μετοχή slipping up

  Ετυμολογία επεξεργασία

slip up < → δείτε τις λέξεις slip και up

  Ρήμα επεξεργασία

slip up (en)