similitude
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsimilitude (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- similitude < λατινική similitudo
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /si.mi.li.tyd/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
similitude | similitudes |
similitude (fr) θηλυκό
- η ομοιότητα
- η παρομοίωση
- η αναλογία