shit show
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
shit show | shit shows |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαshit show (en)
- (χυδαίο, προφορικό, αμερικανικά αγγλικά) το χάλι
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- shitshow - Cambridge Dictionary online