shit show
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
shit show | shit shows |
Ετυμολογία
επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- shitshow - Cambridge Dictionary online