sesio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sesio | sesioj |
αιτιατική | sesion | sesiojn |
sesio (eo)
- η συνεδρίαση, η σύνοδος
- το χρονικό διάστημα που βαστά μια συνεδρίαση, σύνοδος, κλπ