sanctimonious
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | sanctimonious |
συγκριτικός | more sanctimonious |
υπερθετικός | most sanctimonious |
Επίθετο
επεξεργασίαsanctimonious (en)
- φαρισαϊκός, υποκριτικός
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη self-righteous
παραθετικά | |
θετικός | sanctimonious |
συγκριτικός | more sanctimonious |
υπερθετικός | most sanctimonious |
sanctimonious (en)